αναστροφή

αναστροφή
η
1. αναποδογύρισμα: Είχαν αρχίσει να φοβούνται αναστροφή του σκάφους.
2. αλλαγή πορείας ιστιοφόρου ώστε να 'χει τον άνεμο από την αντίθετη πλευρά: Ούτε με την αναστροφή κατάφεραν να μπουν στο λιμάνι.
3. ανέβασμα του τόνου δισύλλαβης πρόθεσης (στην αρχαία ελληνική γλώσσα) όταν αυτή έμπαινε ύστερα από τη λέξη στην οποία αναφερόταν, π.χ. τούτων πέρι, αντί περί τούτων.
4. διάλυση της αγοραπωλησίας εξαιτίας κρυφού ελαττώματος του πουλημένου πράγματος: Κατέθεσε αγωγή για αναστροφή της σύμβασης.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ἀναστροφῇ — ἀναστροφή turning upside down fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναστροφή — turning upside down fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αναστροφή — Μεταβολή στο αντίθετο, μεταστροφή, επιστροφή, επάνοδος. (Βιολ.)Στη γενετική, α. είναι η μεταβολή της γραμμικής σύνταξης των γονιδίων σε ένα τμήμα χρωματοσώματος, έτσι ώστε να βρίσκονται σε αντίθετη σειρά απ’ ό,τι το αντίστοιχο τμήμα ενός… …   Dictionary of Greek

  • εαρινή αναστροφή — Αναστροφή της θερμοκρασίας των επιφανειακών υδάτων των λιμνών, η οποία συμβαίνει κατά την άνοιξη. Το νερό των λιμνών έχει μέγιστη πυκνότητα περίπου στους 40°C και μικρότερη πάνω και κάτω από αυτό το όριο. Το καλοκαίρι τα επιφανειακά ύδατα… …   Dictionary of Greek

  • ἀναστροφαῖς — ἀναστροφή turning upside down fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναστροφαί — ἀναστροφή turning upside down fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναστροφῆς — ἀναστροφή turning upside down fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναστροφῇς — ἀναστροφή turning upside down fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναστροφήν — ἀναστροφή turning upside down fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀναστροφῶν — ἀναστροφή turning upside down fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”